Μενού Κλείσιμο

ΑΡΤΕΜΙΟΣ καὶ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΠΕΡΡΑΚΗΣ: ΔΥΟ ΑΓΙΟΓΡΑΦΟΙ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΛΑΜΙΟΥ ΣΕΛΙΝΟΥ

Γράφει: Γεώργιος Λουπάσης, Φιλόλογος

(Χ. Ν. 28.2.2007, 31 – 1.3.2007, 31)      

1. Φωτογραφία του Στυλιανού Περράκη με τις τρεις θυγατέρες του. Πίσω τους, ένα πορτρέτο του Ελ. Βενιζέλου που είχε φιλοτεχνήσει ο ίδιος ο αγιογράφος.  

 (1ο ΜΕΡΟΣ)

Τὸ ἐπώνυμο Περάκης ἔχει μεγάλη διάδοση στὴν Κρήτη, ἀπὸ τὸ ἀνατολικὸ μέχρι τὸ δυτικὸ ἄκρο της. Τὸ βρίσκουμε νὰ γράφεται ἄλλοτε μὲ ἕνα ρ, ἄλλοτε μὲ δύο. Κατὰ τὸν Νικ. Τωμαδάκη, προέρχεται ἀπὸ τὸ ἑνετικὸ ὄνομα Piero. Κατὰ μία ἄλλη ἐκδοχὴ – παράδοση, οἱ Περάκηδες τῆς ἐπαρχίας Σελίνου χρωστοῦν τὸ ἐπώνυμό τους σὲ κάποιον πρόγονο ποὺ εἶχε ἔρθει στὴν περιοχὴ ἀπὸ τὸ Πέραν τῆς Κωνσταντινούπολης.

Στὸ χωριὸ τοῦ Δυτικοῦ Σελίνου Καλαμιοῦ ὑπῆρχε οἰκογένεια Περράκη. Μέλη της διακρίθηκαν στοὺς ἀπελευθερωτικοὺς ἀγῶνες τοῦ 19ου αἰώνα. Διακόνησαν ὅμως καὶ τὴ ζωγραφική, καὶ μάλιστα τὴν ἁγιογραφία, ἐπὶ πολλὲς δεκαετίες καὶ μὲ ἀξιοπρόσεκτη ἐπιτυχία. Μάλιστα, ὅπως προκύπτει ἀπὸ σωζόμενα ἔγγραφα, θὰ ἦταν δυνατὸν σήμερα οἱ ἀπόγονοι τῆς οἰκογένειας νὰ φέρουν τὸ ἐπώνυμο Ζωγράφος / -άκης – κάτι ποὺ ἐξ ἄλλου ἦταν συνηθισμένο στὸ παρελθόν, λόγω τοῦ ὅτι τὸ ἐπάγγελμα ἐπισκίαζε πολλὰ στοιχεῖα τῆς προσωπικότητας καὶ συντελοῦσε ἀκόμη καὶ στὴν παράκαμψη τοῦ οἰκογενειακοῦ ὀνόματος καὶ στὴν ἀντικατάστασή του μὲ τὸ δηλωτικὸ τοῦ ἐπαγγέλματος.

Τὰ ἔγγραφα στὰ ὁποῖα ἔγινε ἀναφορὰ βρίσκονται στὸ Ἱστορικὸ Ἀρχεῖο Κρήτης, σὲ Φάκελο ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Ἀρτεμίου Περράκη. Ἀναφέρονται στὰ γεγονότα τῶν ἐτῶν 1877-1878, πρόκειται δὲ ἀφ’ ἑνὸς γιὰ ἐπιστολὲς χειρόγραφες μεταξὺ ἀγωνιστῶν, ἀφ’ ἑτέρου γιὰ ἐπίσημα ἔγγραφα ποὺ εἶχαν ἐκπορευθεῖ ἀπὸ τὴν Προσωρινὴ Διοίκηση Κρήτης ἢ ἀπὸ τὴ Γενικὴ Συνέλευση τῶν Κρητῶν.

Στὴν πρώτη ὁμάδα ἀνήκουν:

1.Ἐπιστολὴ (Ἀθῆναι τῇ 1 Ἰουλίου 1877) μὲ τὴν προσφώνηση «Φίλοι συμπατριῶται», τὴν ὁποία ὑπογράφουν «Οἱ πρόθυμοι συμπατριῶται σας» Μ. Ρενιέρης, Ἰ. Ζυμβρακάκης καὶ Σαπουντζάκης. Συνιστοῦν «ἀδελφικῶς τὴν μετριοπάθειαν, τὴν σύνεσιν καὶ τὴν ὑπομονὴν» μὲ ἀφορμὴ πληροφορίες ὅτι οἱ Κρητικοὶ ἑτοιμάζονταν γιὰ νέο κίνημα κατὰ τῶν Τούρκων. Οἱ ἐπιστολογράφοι τόνιζαν τὸν κίνδυνο μεγάλης ἀποτυχίας μὲ ὅσα αὐτὸ θὰ σήμαινε καὶ γιὰ τὴν ὑπόθεση τῆς Κρήτης καὶ γιὰ τὸ ἐλεύθερο ἑλληνικὸ κράτος.

2.Σύντομη ἐπιστολὴ (τῇ 5 Ἰουλίου 77) μὲ τὴν προσφώνηση «Ἀδελφοὶ» καὶ τὴν ὑπογραφὴ «Σᾶς ἀσπάζομαι Ὁ ἀδελφός σου Γνωστός». Πρόκειται τυπικὰ γιὰ ἀπάντηση σὲ κάποια ἐπιστολὴ ποὺ εἶχε λάβει καὶ εἶχε ἡμερομηνία 28 Ἰουνίου, στὴν πραγματικότητα ὅμως διαβιβάζει «ἀντίγραφον τῆς ἐξ Ἀθηνῶν ἐπιστολῆς». Ἀπὸ τὸν γραφικὸ χαρακτήρα συνάγεται ὅτι ἡ ἐξ Ἀθηνῶν ἐπιστολὴ εἶναι αὐτὴ ποὺ προαναφέρθηκε, ἀποστέλλεται δὲ ἀντίγραφό της, τὸ ὁποῖο ὀφείλεται στὸν ἴδιο γραφέα. Συγχρόνως παρέχονται πληροφορίες γιὰ εἰδήσεις ποὺ ἔχουν καταφθάσει καὶ ἀναφέρονται σὲ κινήσεις τοῦ ρωσικοῦ στρατοῦ στὴν περιοχὴ τοῦ Δούναβη.

3.Ἐπιστολὴ (Ροδοβάνι τῇ 9ῃ Ἰουλίου 77) μὲ τὴν προσφώνηση «Ἀδελφοὶ Κύριοι Ἀρτέμιε Ζωγράφε, Κωνσταντῖνε Γ. Βλοντάκη μετὰ τῶν αὐτόθι λοιπῶν ἀδελφῶν» καὶ ὑπογραφὴ «Ὁ ὑμέτερος ἀδελφὸς Α. Γ. Κονταδάκης». Ἀναφέρεται στὴν ἀδυναμία του νὰ ἀποστείλει ἐνωρίτερα γράμμα στοὺς παραλῆπτες γιὰ νὰ τοὺς ἐνημερώσει. Ἀναφέρει ὅτι ἀπὸ τὰ Χανιὰ τὸν πληροφόρησαν πὼς εἶχαν γράψει σ’ αὐτοὺς γιὰ τὰ μέχρι τότε γεγονότα (πιθανότατα αὐτὴ ἡ ἀναφορὰ παραπέμπει στὶς δύο προηγούμενες ἐπιστολές). Τοὺς καλεῖ ὅμως νὰ μεταβαίνει κάποιος κάθε Παρασκευὴ στὴν Κάντανο γιὰ ἐνημέρωση, διότι εἶναι ἐνδεχόμενο, ἂν παραστεῖ ἀνάγκη ἐνημέρωσης, νὰ μὴ βρίσκει τὸν κατάλληλο κομιστὴ τῆς ἀλληλογραφίας.

4.Μὲ τὸν ἴδιο γραφικὸ χαρακτήρα ἐπιστολὴ χωρὶς χρονολογία καὶ τόπο, μὲ τὴν προσφώνηση «Ἀδελφοὶ» καὶ ὑπογραφὴ «Ὁ ἀδελφὸς» καὶ τὸ σύμβολο τοῦ Σταυροῦ μὲ τὸ γνωστὸ ΙΣ ΧΡ ΝΙ ΚΑ. Ἀναφέρεται σὲ πληροφορίες γιὰ προέλαση τοῦ ρωσικοῦ στρατοῦ στὴ Βουλγαρία καὶ γιὰ εὐνοϊκὲς συνθῆκες ποὺ ἐξ αὐτοῦ εἶχαν προκύψει. Οἱ ἴδιες πληροφορίες ἔκαναν λόγο γιὰ ἐξέγερση ὅλων τῶν ὑποδούλων ἐντὸς 15-20 ἡμερῶν καὶ γιὰ πιθανὴ κήρυξη τοῦ πολέμου κατὰ τῆς Τουρκίας ἐκ μέρους τῆς Ἑλλάδος. Ὁ ἐπιστολογράφος συνιστᾶ ἑτοιμότητα καὶ ψυχραιμία, ἐνῶ ἀποστέλλει ἀντίγραφα ἐπιστολῶν δύο τοῦ Χαράλαμπου Ζυμβρακάκη καὶ μιᾶς τοῦ Μάρκου Ρενιέρη. Μὲ τὶς ἐπιστολὲς αὐτὲς συνιστοῦσαν ὑπομονή, ὥστε νὰ μὴν προκληθεῖ μὲ ἄκαιρες καὶ χωρὶς προετοιμασία ἐνέργειες ζημιὰ στὸ κρητικὸ ζήτημα. Ἡ δεύτερη ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς Ζυμβρακάκη ἀπευθύνεται εἰδικότερα πρὸς δύο ἀνυπόμονους, ὅπως φαίνεται, τὸν Καβρὸ καὶ τὸν Καυκαλᾶ, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀναγκασθεῖ νὰ καταφύγουν στὰ βουνὰ γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὴ σύλληψη. Βρίσκει , τέλος, ὁ συντάκτης τῆς ἐπιστολῆς αὐτῆς τὴν εὐκαιρία νὰ ἐξαπολύσει ἐπίθεση κατὰ τῶν Σφακιανῶν κατηγορώντας τους γιὰ καιροσκοπισμό.

5.Ἀπὸ τὸν ἴδιο ἀποστολέα σύντομη ἐπιστολὴ (14η Μεσοῦντος 77) μὲ προσφώνηση «Ἀδελφοὶ Κύριοι Κ. Βλοντάκη Ἀρτέμιε Ζωγράφε» καὶ ὑπογραφὴ «Ὁ ὑμέτερος ἀδελφὸς» συνοδευόμενη ἀπὸ τὸ σύμβολο τοῦ Σταυροῦ. Στέλνει εἰδήσεις «τὰς τοῦ νέου ταχυδρομείου» καὶ καλεῖ ἕνα ἐκ τῶν δύο νὰ βρίσκεται ὁπωσδήποτε γιὰ ἐνημέρωση στὴν Κάντανο κάθε Παρασκευή. Προτιμᾶ πάντως τὸν Ἀρτ. Ζωγράφο, «μὲ τὸν ὁποῖον θέλω ὁ ἴδιος νὰ παραγγείλω τι τῆς ἐπιστήμης του πρὸς αὐτὸν ἀναγκαῖον». Εἶχε ἴσως κατὰ νοῦ νὰ ἀφιερώσει κάποια εἰκόνα γιὰ ἐπίκληση τῆς Θείας βοήθειας. Ἀναφέρει καὶ τὸ ὄνομα τοῦ γραμματοκομιστῆ, τὸν ὁποῖο καλεῖ νὰ πληρώσουν οἱ παραλῆπτες.

6.Σύντομη ἐπιστολὴ (12/24 1877) μὲ τὴν προσφώνηση «Ἀδελφὲ» καὶ ὑπογραφὴ «Ὁ ἀδελφός σου» συνοδευόμενη ἀπὸ τὸ σύμβολο τοῦ Σταυροῦ καὶ τὸ ΙΣ ΧΣ ΝΙ ΚΑ. Ὁ συντάκτης της ἀνακοινώνει ὅτι ἔλαβε ἐπιστολὴ ποὺ τοῦ ἔστειλε ἐκεῖνος πρὸς τὸν ὁποῖο ἀπευθύνεται, ὅτι ἀναχωρεῖ γιὰ τὴν ἐπαρχία του, ὅτι οἱ περιστάσεις εἶναι σημαντικές: «ἂς εἴμεθα ἐγρηγορότες, διότι ὁ νυμφίος ἔρχεται. Ἔχομεν εὐθύνην, λοιπὸν ἐργασία ἐσκεμμένη».

7.Ἔγγραφο μὲ τὰ διακριτικὰ «Ἐν Θερίσῳ Ἐπιτροπὴ Χανίων Τὴν 10 Ἰουλίου 1878» καὶ μὲ τὴν ὑπογραφὴ «Ζωγράφος». Ἔχει συνταχθεῖ ἀπὸ τὸν Ἀρτ. Περράκη καὶ ἀναφέρεται σὲ ἐνέργειες τῆς Γενικῆς Συνέλευσης μετὰ τὴν ἀνακοίνωση τῶν ἀποφάσεων τοῦ Συνεδρίου τοῦ Βερολίνου. Ἐνδεχομένως πρόκειται γιὰ ἀντίγραφο ἐπιστολῆς τὴν ὁποία εἶχε ἀναλάβει τὴν ὑποχρέωση νὰ στείλει γιὰ ἐνημέρωση. Πιθανὸν ὅμως νὰ πρόκειται καὶ γιὰ σχέδιο ἀνακοίνωσης τὴν ὁποία θὰ ἐξέδιδε ἡ Συνέλευση.

Στὴ δεύτερη ὁμάδα ἀνήκουν:

1.Ἔγγραφο τῆς Προσωρινῆς Διοικήσεως Κρήτης (Ἐν Φρέ, 26 Μαΐου 1878) ἀπευθυνόμενο στοὺς πληρεξούσιους τῆς ἐπαρχίας Σελίνου (μεταξὺ αὐτῶν ἦταν καὶ ὁ Ἀρτ. Ζωγράφος). Ἀνακοινώνεται σ’ αὐτοὺς ὅτι ἐξελέγησαν μέλη τῆς νέας Ἐπιτροπῆς καὶ γνωστοποιοῦνται τὰ ὀνόματα τῶν πληρεξουσίων ἀπὸ τὶς ἄλλες ἐπαρχίες. Καλοῦνται δὲ νὰ ἀναλάβουν ἀμέσως τὰ καθήκοντά τους.

2.Ἔγγραφο τῆς Γενικῆς Συνελεύσεως τῶν Κρητῶν (Ζιζιφὲς 29 Μαΐου 1878) μὲ τὸ ὁποῖο γνωστοποιεῖται ὅτι ὁ Ἀ. Περράκης Ζωγράφος εἶναι πληρεξούσιος τῆς ἐπαρχίας Σελίνου.

3.Ἔγγραφο (Ζιζιφὲς 28 Ἰουνίου 1878) τῆς Προσωρινῆς Διοικήσεως Κρήτης ἀπευθυνόμενο στὴν Τμηματικὴ Ἐπιτροπὴ Χανίων. Ἀναφέρεται στὴν ἀπόφαση τοῦ συνεδρίου τοῦ Βερολίνου γιὰ παραχώρηση τῆς Ἠπείρου καὶ τῆς Θεσσαλίας στὴν Ἑλλάδα ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἐξαίρεση τῆς Κρήτης. Καλοῦνται οἱ ὑπεύθυνοι νὰ ἐνημερώσουν τὶς στρατιωτικὲς Ἀρχές. Ἐπὶ πλέον, δίνονται ὁδηγίες γιὰ τακτοποίηση οἰκονομικῆς φύσεως θεμάτων. Σημειωτέον ὅτι τὸ τμῆμα τοῦ ἐγγράφου ποὺ ἀναφέρεται στὴν ἀπόφαση τοῦ συνεδρίου τοῦ Βερολίνου εἶχε ἀντιγράψει σὲ τεμάχιο χαρτιοῦ ὁ Ἀρτ. Περράκης, ἴσως σὲ ἐκτέλεση τῆς σχετικῆς ὁδηγίας. Τὸ κείμενο αὐτὸ βρίσκεται ανάμεσα στὰ ἄλλα ἔγγραφα τοῦ Φακέλου.

4.Ἐγκύκλιος τῆς Προσωρινῆς Διοικήσεως Κρήτης (Ζιζιφὲς 1 Ἰουλίου 1878) ἀπευθυνόμενη πρὸς τὶς τμηματικὲς ἐπιτροπὲς τῆς Νήσου. Ἀναφέρεται στὴ συμφωνία ποὺ εἶχε ἐπιτευχθεῖ τὴν προηγούμενη μέρα καὶ συνιστᾶ ἀποφυγὴ ὁποιασδήποτε ἐνέργειας ποὺ θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ἐκμεταλλευθοῦν οἱ Τοῦρκοι γιὰ παραβίαση αὐτῆς τῆς συμφωνίας. Συνιστᾶ ὅμως καὶ ἐπαγρύπνηση, γιατὶ οἱ Τοῦρκοι «ψεύδονται καὶ πρὸς τοὺς μεγάλους καὶ πρὸς τοὺς μικρούς».

Συνεξέταση τῶν παραπάνω ἐγγράφων ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα ὅτι ὁ Ἀρτέμιος Περράκης εἶχε σημαντικὸ ρόλο στὴν ἐπαρχία Σελίνου κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Ἐπανάστασης τῶν ἐτῶν 1877-1878. Μὲ τὴ μυστικότητα ποὺ ἐπέβαλλαν οἱ περιστάσεις ἐπικοινωνοῦσε μὲ ὅσους συνεργαζόταν, ἀνάμεσα στοὺς ὁποίους ὑπῆρχαν καὶ σημαντικὲς προσωπικότητες τῆς ἐποχῆς. Ἡ συμβολή του στὸν Ἀγώνα ἐκεῖνο ἀναγνωρίστηκε ἀργότερα, ὅταν Ἐπιτροπὴ ποὺ εἶχε συσταθεῖ ἀπὸ τὴν Κρητικὴ Πολιτεία γιὰ κατάταξη τῶν ἀγωνιστῶν σὲ “τάξεις” ἀνάλογα μὲ τὴν προσφορά τους κατὰ τοὺς ἐθνικοὺς ὑπὲρ ἐλευθερίας ἀγῶνες τὸν κατέταξε στὴ Β’ τάξη ἐπὶ συνόλου ἕξι (1902). Κατὰ τὴν ἀναθεώρηση τῶν σχετικῶν ἀποφάσεων, λόγω ἀδικιῶν καὶ παραπόνων ποὺ διατυπώθηκαν γιὰ τὴν ἀρχικὴ κατάταξη τῶν ἀγωνιστῶν, ἡ αἴτηση τοῦ Περράκη ἀπορρίφθηκε (1904), τοῦτο ὅμως ὀφείλεται στὸ ὅτι ἐν τῷ μεταξύ εἶχε πεθάνει (1903).

Ὁ Ἀρτέμιος Περράκης εἶχε γεννηθεῖ περὶ τὸ 1832: σὲ νεκρολογία δημοσιευμένη τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1903 ἀναφέρεται ὅτι ἀπεβίωσεν ἄγων 70 ἐτῶν ἡλικίαν. Ἀλλὰ καὶ πιστοποιητικὸ τοῦ Δήμου Πελεκάνου τοῦ 1902 ἀναφέρει ὅτι ἄγει τὸ 70ὸ ἔτος τῆς ἡλικίας του. Ἀπὸ μικρὸς ἐπιδόθηκε στὴν ἁγιογραφία, στὴν ὁποία μυήθηκε ἀπὸ κάποιον ἱερομόναχο ἁγιογράφο. Τὰ ἔργα του τὸν κατέστησαν γνωστό, μὲ ἀποτέλεσμα, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν προτίμηση ποὺ εἶχαν πρὸς τὸ πρόσωπό του ὅσοι ἤθελαν νὰ ἐξασφαλίσουν εἰκόνες γιὰ ἀφιερώματα, νὰ χρησιμοποιεῖται ἀντὶ τοῦ ἐπωνύμου Περράκης ἢ παράλληλα μὲ αὐτὸ τὸ ἐπαγγελματικὸ Ζωγράφος / Ζωγραφάκης, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο. Ἔργα ποὺ νὰ φέρουν τὴν ὑπογραφή του δὲν ἔχουν ἐντοπισθεῖ – συνήθεια ἐξ ἄλλου ὄχι λίγων ἁγιογράφων ἦταν νὰ μὴν ὑπογράφουν τὰ ἔργα τους. Ἀπό σωζόμενες ὅμως εἰκόνες ποὺ βρίσκονται στὰ χέρια ἀπογόνων του συνάγεται τὸ συμπέρασμα ὅτι ἦταν ἱκανότατος ἁγιογράφος, δεξιοτέχνης τοῦ χρωστήρα, πιστὸς στὴν καλλιτεχνικὴ παράδοση τῆς κρητικῆς σχολῆς καὶ κατὰ προέκταση τῆς βυζαντινῆς ἁγιογραφικῆς τέχνης.

Ὁ Ἀρτέμιος Περράκης ἀσχολήθηκε καὶ μὲ τὴν ξυλογλυπτική, δείγματα δὲ καὶ αὐτῆς τῆς δημιουργικῆς πτυχῆς του σώζονται πολὺ λίγα, ἰδιοκτησία σήμερα μακρινῶν ἀπογόνων του.

(2ο ΜΕΡΟΣ)

Τὸ καλλιτεχνικὸ τάλαντο μὲ τὸ ὁποῖο ἦταν προικισμένος ὁ πατέρας του κληρονόμησε ὁ Στυλιανὸς Περράκης, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε στὶς 20 Νοεμβρίου τοῦ 1871. Ὅπως ὁ ἴδιος ἔλεγε ἀργότερα, ἀπὸ τὴν ἡλικία τῶν δεκατεσσάρων ἐτῶν ἄρχισε νὰ παρακολουθεῖ τὸν πατέρα του καὶ νὰ μαθαίνει τὰ μυστικὰ τῆς ἁγιογραφικῆς τέχνης. Δάσκαλός του ἦταν καὶ ὁ ἐκ Ρεθύμνου ἁγιογράφος Ἐμμανουὴλ Παπαδάκης. Πολὺ νωρὶς φαίνεται ὅτι ἀξιοποίησε τὶς ἱκανότητές του καὶ ἄρχισε νὰ γίνεται γνωστὸς ὡς δόκιμος ἁγιογράφος. Οἱ παλαιότερες ἁγιογραφίες του τὶς ὁποῖες ἔχω ἐντοπίσει βρίσκονται στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὸ χωριὸ Βληθιὰς Σελίνου καὶ ἔχουν χρονολογία 1894. Ἴσως εἶναι καὶ οἱ πρῶτες τὶς ὁποῖες ἐπ’ ἀμοιβῇ δημιούργησε, ἐκτίμηση ἡ ὁποία συμφωνεῖ μὲ δήλωση τοῦ ἴδιου τοῦ ἁγιογράφου σὲ ἀναφορά του πρὸς τὸν Μητροπολίτη Κρήτης. Ἐκεῖ ἀναφέρει ὅτι τὶς εἰκόνες «ἐπὶ τεσσαρακονταετία ἐπεξεργάζομαι», ἡ ἀναφορὰ δὲ αὐτὴ ἔχει ἡμερομηνία 23 Ἰανουαρίου 1933. Σὲ ἄλλη πάντως ἀναφορά του, πρὸς τὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας αὐτὴ τὴ φορά, στὶς 8 Ἰουνίου 1934, ἀναφέρει: «ἐπὶ τεσσαράκοντα πέντε συναπτὰ ἔτη ἐργάζομαι τὴν σεμνὴν ἐκκλησιαστικὴν ζωγραφικὴν ἢ ἁγιογραφίαν».

Ἡ φήμη τοῦ νεαροῦ ἁγιογράφου ξεπέρασε πολὺ σύντομα τὰ ὅρια τῆς ἐπαρχίας του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἔρχονται παραγγελίες ἀπὸ ὁλόκληρο τὸ νομό. Μὲ βάση τὶς σωζόμενες σήμερα εἰκόνες ποὺ δημιούργησε, εἴμαστε σὲ θέση νὰ ποῦμε ὅτι ἀπὸ τὸ ἐργαστήριό του βγῆκαν ἑκατοντάδες ἔργα μικρότερων ἢ μεγαλύτερων διαστάσεων. Τὰ πιὸ πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ ἀναρτήθηκαν σὲ τέμπλα ἐκκλησιῶν, ἐνῶ πολλὰ ἀκόμη κοσμοῦν ναοὺς ἀπὸ περίοπτες θέσεις. Τὸ ἐργαστήριό του στεγαζόταν σὲ παλιὸ βενετσιάνικο σπίτι στὴν ὁδὸ Χάληδων, στὴ θέση Κρύο Βρυσάλι. Δημοσίευμα τῆς ἀθηναϊκῆς ἐφημερίδας «Ημερήσιος Κῆρυξ», στὶς 25-10-1933, κάνει λόγο γιὰ «ἕνα παμπάλαιο θολωτὸ ἐργαστήρι ἑνὸς Κρητὸς ἁγιογράφου τῶν Χανίων, τοῦ κ. Στυλιανοῦ Περράκη ἢ Ζωγραφάκη. Τὸ ἐργαστήρι αὐτὸ βρίσκεται σὲ ἕνα παμπάλαιον ἑνετικὸ σπίτι μὲ χαμηλοὺς ὀρόφους καὶ καμάρες, ἀπὸ τὰ πολλὰ ποὺ ὑπάρχουν στὰ Χανιά. Ἡ ἀτμόσφαιρα στὸ ἐργαστήρι ἀποπνέει παλαιοτάτην παράδοσιν καὶ ἡ ἐμφάνισις τοῦ ἁγιογράφου εἶναι καθαρῶς ἱεροπρεπής. Ὁ κ. Περράκης εἶναι ἐξ αἵματος ἁγιογράφος. Στὶς φλέβες του ἀπὸ πάππου πρὸς πάππον ρέει τὸ αἷμα τῆς ἁγιογραφικῆς τέχνης, ἐντεῦθεν δὲ καὶ τὸ ἐπίθετον Ζωγραφάκης, τὸ ὁποῖον ἔχει μαζὶ μὲ τὸ ἐπίθετον Περράκης».

Τὰ θέματα τῶν ἔργων του καλύπτουν ὁλόκληρο τὸ φάσμα τῆς ἐκκλησιαστικής εἰκονογραφίας. Εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας, πολλῶν ἁγίων ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν εἶναι ἐγκατεσπαρμένες σὲ πλῆθος ναῶν ὄχι μόνο στὸ Νομὸ Χανίων ἀλλὰ σχεδὸν σὲ ὁλόκληρη τὴν Κρήτη. Εἰκόνες μὲ ζωηρὰ ἀλλὰ ἁρμονικὰ συνδυασμένα χρώματα, αἰσθητικῶς ἄρτιες καὶ ἱεροπρεπεῖς. Γιὰ τὴν εἰκόνα π.χ. τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς ποὺ βρίσκεται στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου στὰ Χανιὰ ἔχει γραφτεῖ ἀνάμεσα σὲ ἄλλα: «Ἡ γενικὴ ἐντύπωσις ἐκ τοῦ ἔργου τοῦ ὑπερόχου καλλιτέχνου εἶναι ὅτι δὲν ἀνήκει τοῦτο εἰς τὸν χρωστῆρα συγχρόνου καλλιτέχνου, ἀλλ’ εἰς βυζαντινοῦ. Εἷς συνδυασμὸς χρωμάτων οὐχὶ κτυπητὸς καὶ ἐντυπωσιακὸς ἀλλ’ αὐτόχρημα ἁγιοπρεπὴς καὶ ἀποπνέων τὴν ἀνωτέραν θείαν γαλήνην, ἡ ὁποία διακρίνει πάντοτε τὰ πρόσωπα τῶν ἁγίων, καὶ δὴ τῶν ἀγογγύστως ἐκ τούτων μαρτυρούντων, ἐν γένει δὲ μία γλυκύτης ἄρρητος καὶ ἄφθαστος, ἥτις μόνον εἰς προσωπικότητας ὑπερανθρώπους ἀνήκει, ταῦτα πάντα συναπαρτίζουν τὴν πρώτην καὶ γενικὴν ἐντύπωσιν. Εἰδικῶς δέ, ἂν ἐντρυφήσῃ κανεὶς εἰς τὴν μελέτην 12 ἐκ τῶν πολλῶν μαρτυρίων τῆς ἁγίας, τὰ ὁποῖα ἀναπαριστᾶ κάτωθι τῆς κυρίως εἰκόνος της ὁ κ. Περράκης, θὰ διακρίνῃ ἔτι περισσότερον τὴν πρωτότυπον ἔμπνευσιν καὶ τὸν καλλιτεχνικὸν οἶστρον, ὁ ὁποῖος ἐκέντησε τὴν φαντασίαν του. Πρόκειται δὲ πράγματι περὶ πρωτοτύπου ἐμπνεύσεως, διότι δὲν ἐστηρίχθησαν αἱ ἀπεικονίσεις τῶν 12 μαρτυρίων εἰς σχέδια ἡμετέρων ἢ ξένων ἁγιογράφων, ἀλλ’ ἀποκλειστικῶς εἰς τὴν ἐμπεριστατωμένην μελέτην αὐθεντικῶν βιογραφιῶν τῆς ἁγίας…».

Ὁ Στυλιανὸς Περράκης δὲν περιορίστηκε ἁπλῶς στὸ νὰ μάθει πῶς πρέπει νὰ μεταχειρίζεται τὰ χρώματα καὶ τὸ χρωστήρα καὶ τὰ ἄλλα ὑλικὰ καὶ ἐργαλεῖα τοῦ ἐργαστηρίου του. Ξεκινοῦσε ἀπὸ κάτι πολὺ βαθύτερο καὶ οὐσιαστικότερο. Πίστευε ὅτι ἡ ἀπεικόνιση ἱερῶν προσώπων ἦταν ἔργο πολὺ βαρύ, τὸ ὁποῖο ἀπαιτοῦσε, ἐκτὸς ἀπὸ γνώση καὶ ἱκανότητες, κατάλληλη προετοιμασία σὲ διάφορους τομεῖς. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ φρόντιζε νὰ ἑτοιμάζεται ψυχικὰ καὶ πνευματικὰ μὲ προσευχὴ καὶ μὲ νηστεία πρὶν ἀπὸ τὸ ξεκίνημα νέου ἔργου. Φρόντιζε νὰ μελετήσει ἀπὸ τὰ προσφερόμενα βιβλία ὅ,τι ἦταν γραμμένο γιὰ τὸ βίο καὶ γιὰ τὴν πολιτεία τοῦ προσώπου ποὺ θὰ ἀπεικόνιζε. Μόνιμη φροντίδα του ἦταν ἡ τήρηση καὶ συντήρηση τῆς παράδοσης τῆς σχετικῆς μὲ τὴν ἁγιογραφικὴ τέχνη. Οἱ μεγάλοι ζωγράφοι – ἁγιογράφοι τοῦ παρελθόντος ἦταν γι’ αὐτὸν ὁδηγοὶ εἴτε μὲ τὰ θετικὰ εἴτε μὲ τὰ ἀρνητικὰ στοιχεῖα τῆς τέχνης τους (π.χ. ἀναγεννησιακὴ τέχνη).

Ὅταν, ὥριμος πιὰ ἁγιογράφος, διαπίστωσε ὅτι κάποιοι ὁμότεχνοί του εἶχαν ἀρχίσει νὰ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὴν πατροπαράδοτη τέχνη, δὲν δίστασε νὰ ἀπευθυνθεῖ στὸν Μητροπολίτη Κρήτης καὶ στὴν περὶ αὐτὸν Ἱερὰ Ἐπαρχιακὴ Σύνοδο, στὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας, ἀκόμη καὶ στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Ἐπιδίωξή του ἦταν νὰ παρέμβουν οἱ ἁρμόδιοι, ὥστε νὰ σταματήσουν οἱ αὐθαιρεσίες ἐκ μέρους τῶν νεωτεριστῶν ἁγιογράφων. Ἀπευθυνόμενος στὶς 23 Ἰανουαρίου 1933 στὸν Μητροπολίτη Κρήτης καὶ στὴν Ἱερὰ Ἐπαρχιακὴ Σύνοδο ἐπικαλεῖται νόμο τῆς Κρητικῆς Πολιτείας ὁ ὁποῖος ὅριζε τὰ σχετικὰ μὲ τὴν εὐπρέπεια τῶν ἱερῶν ναῶν καὶ τὸν τύπο τῶν εἰκόνων. Ἡ μὴ τήρηση τοῦ νόμου αὐτοῦ, ἔλεγε ὁ Περράκης, ἐκτὸς τῶν ἄλλων «δίδει ὅπλα εἰς τοὺς Εὐαγγελιστάς, Χιλιαστάς, Καλβινιστάς, Λουθηρανοὺς καὶ εἰς πλείστους ἄλλους νὰ ψέγωσι δημοσίως τὴν ἡμετέραν ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν διὰ τὰς ἁγίας εἰκόνας καὶ νὰ παραλληλίζωσι τοὺς ἡμετέρους ναοὺς μὲ αἰθούσας θεάτρων καὶ κινηματογράφων κοσμουμένων μὲ εἰκόνας…». Ἐνῶ στὴν ἀναφορά του πρὸς τὸ ὑπουργεῖο Παδείας ποὺ μνημονεύθηκε ἔλεγε μεταξὺ ἄλλων: «Κατὰ τὴν τελευταίαν ὅμως δεκαετίαν παρετήρησα ὅτι πολλοὶ ζωγράφοι ἐγκατέλειψαν τὸν ὑπὸ τῆς ἡμετέρας ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας παραδεδεγμένον ἀρχικὸν καὶ καλλιτεχνικὸν τύπον τῶν μορφῶν τῶν ἁγίων καὶ γράφουσι συγχρονισμένας εἰκόνας». Τὴν παρέκκλιση ἀπὸ τὴν παράδοση, παράλληλα μὲ τὸν ἀποκλεισμὸ τῶν ἐμπειρικῶν ἁγιογράφων, ζητοῦσε, ὅπως προσθέτει, ἡ ἕνωση τῶν καλλιτεχνῶν ἀποφοίτων τοῦ Πολυτεχνείου.

Σὲ ἔγγραφο – ἀπολογία του ἐνώπιον τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κρήτης καὶ τῆς περὶ αὐτὸν Ἱερᾶς Συνόδου τῶν Ἀρχιερέων (8 Ἰουνίου 1934) ἦταν περισσότερο ὀξύς: «Ἐὰν χεὶρ κακούργου διὰ τοῦ ὀξέος ὀργάνου ὅπερ κρατεῖ καταφέρῃ πλῆγμα εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ συνανθρώπου του καὶ ἀλλοιώσῃ καὶ παραμορφώσῃ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ, δὲν διαπράττει κακούργημα; Καὶ χεὶρ ζωγράφου κρατοῦσα χρωστῆρα καὶ ἀλλοιοῦσα καὶ παραμορφώνουσα τὸ πρόσωπον τοῦ ἀπεικονιζομένου ἁγίου, δὲν διαπράττει τὸ αὐτὸ ἔγκλημα, κακούργημα; Καὶ πῶς θέλουσιν ὀνομάσει τοῦτο αἱ ἐπερχόμεναι γενεαί; Καὶ δὲν θὰ καταληφθῶσιν ὑπὸ φρίκης ὅταν ἀτενίσωσι τὰς σωζομένας τοιχογραφίας τῶν ναῶν καὶ ἴδωσι τὸν Ἄναρχον Πατέρα μὲ στριμμένους μύστακας καὶ τόσας ἄλλας παραμορφώσεις;…». Δύο καὶ μισὸ χρόνια ἀργότερα ἔστειλε ὑπόμνημα στὸν Μητροπολίτη Κυδωνίας καὶ Ἀποκορώνου Ἀγαθάγγελο (Ξηρουχάκη). «Ἕνεκεν τῆς ἐκφυλίσεως», ἔγραφε, «καὶ τοῦ συγχρονισμοῦ τῆς ἀποστολικῆς καὶ θεοπαραδότου ἁγιογραφίας, ἣν πιστῶς ἀκολουθῶ ἐκ παιδικῆς ἡλικίας, ἐξανέστην πρὸ τετραετίας καὶ ἵνα τεθῇ φραγμὸς εἰς τὸ ἀχαλίνωτον τῶν ζωγράφων ὑπέβαλον ἀναφορὰν εἰς τὸν ἐκδημήσαντα πρὸς Κύριον Μητροπολίτην Τίτον ζητῶν ὅπως δι’ ἀποφάσεως τοῦ Μητροπολιτικοῦ Συμβουλίου τεθῇ φραγμὸς καὶ σωθῇ ἡ καθαρὰ ἁγιογραφία, ἀλλ’ ἕνεκεν τοῦ θανάτου του ἐσίγησε τὸ ζήτημα ἐν Κρήτῃ».

Καὶ μέσω δημοσιευμάτων καὶ συνεντεύξεων ὁ Στυλ. Περράκης ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν προστασία τῆς ἁγιογραφικῆς τέχνης ἀπὸ νεωτεριστικὰ στοιχεῖα ποὺ ἀπειλοῦσαν τὴ φυσιογνωμία της. Σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις παρέπεμπε στὸν θεοπαράδοτο καὶ ἀποστολικὸ χαρακτήρα της, ἀντλοῦσε ἐπιχειρήματα ἀπὸ κοινῶς ἀποδεκτοὺς δασκάλους τῆς τέχνης αὐτῆς, ὅπως ὁ Διονύσιος ἐκ Φουρνᾶ, καὶ ζητοῦσε πρῶτος αὐτὸς νὰ κριθεῖ ἀπὸ τὴν ὑπὸ τοῦ νόμου ὁριζόμενη ἐπιτροπή. Καὶ ἂν μὲ βάση τὸ ἔργο του κριθεῖ ὅτι ἔχει ξεφύγει ἀπὸ τὴν παράδοση, νὰ τοῦ ἀπαγορευθεῖ νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὴν ἁγιογραφία, διαφορετικὰ νὰ τοῦ χορηγηθεῖ ἡ σχετικὴ ἄδεια. Στὶς ἐπιστολὲς καὶ στὶς ἐκκλήσεις ποὺ ἀπηύθυνε δὲν εἶναι γνωστὸ ἂν ὑπῆρξε κάποια ἀντίδραση ἢ ἀπάντηση. Ἡ μόνη ἔνδειξη ποὺ ὑπάρχει σὲ μία ἀπὸ αὐτὲς εἶναι ὅτι ὁ ἴδιος τὴ χαρακτηρίζει «Ἀπολογία». Ἐνδιαφέρον πάντως παρουσιάζει, καὶ ἀσφαλῶς δὲν εἶναι σύμπτωση, τὸ ὅτι στὴν εἰκόνα τοῦ Παντοκράτορος, ἔργο τοῦ σημαντικοῦ ζωγράφου Κοκότση στὸν ἀνατολικὸ τοῖχο τοῦ ναοῦ τῶν Εἰσοδίων στὰ Χανιά, ἔχει ἀναγραφεῖ: «Ἐπεσκευάσθη ὑπὸ Στυλ. Ἀ. Περράκη. 1934». Τὴν περίοδο δηλαδὴ κατὰ τὴν ὁποία εἶχε συντάξει τὶς ἀναφορὲς ποὺ προαναφέρθηκαν. Καὶ εἶναι πολὺ εὔστοχη σὲ σχέση μὲ τὶς ἀπόψεις του ἡ χρήση τοῦ ρήματος «ἐπεσκευάσθη».

Ὁ Στυλ. Περράκης δὲν ἦταν κλεισμένος στοὺς τέσσερις τοίχους τοῦ ἐργαστηρίου του. Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς 27 Σελινιῶτες (Παλαιόχωρας καὶ Κακοδικίου) ποὺ ὑπέγραψαν τὸ Μάρτιο τοῦ 1904 ἐπιστολὴ διαμαρτυρίας γιὰ τὶς ἀδικίες ποὺ εἶχαν γίνει ἀπὸ τὴν Ἐπιτροπή ποὺ συγκρότησε ἡ Κρητικὴ Πολιτεία γιὰ κατάταξη τῶν ἀγωνιστῶν σὲ τάξεις. Ἀργότερα, μὲ τὴ σύζυγό του Εἰρήνη, τὸ γένος Ρενιέρη ἀπὸ τὰ Παλαιὰ Ρούματα, ὅπου καὶ ἔγινε ὁ γάμος στὶς 20-8-1906, ἀπέκτησε τρεῖς γιοὺς καὶ τρεῖς θυγατέρες, ἀπὸ τὶς ὁποῖες μία (ἡ Ἄρτεμις, κυρία Βασιλάκη σήμερα) βρίσκεται ἐν ζωῇ. Ἀπὸ τοὺς γιούς του ὁ Σπύρος θυσιάστηκε γιὰ τὴν πατρίδα, καθὼς ἔπεσε πολεμώντας στὴ μάχη Κεραμειῶν, σὲ ἡλικία 22 ἐτῶν. Καὶ ὁ ἴδιος ὅμως ὁ ἁγιογράφος εἶχε πάρει τὰ ὅπλα κατὰ τὸ κίνημα τοῦ Θερίσου τὸ 1905, πάντοτε δὲ ἦταν συνταγμένος στὴ βενιζελικὴ παράταξη. Ἐκεῖ ὀφείλεται καὶ τὸ ὅτι ἀνάμεσα στὰ ἔργα του περίοπτη θέση κατέχουν δύο πίνακες στοὺς ὁποίους εἰκονίζεται ὁλόσωμος σχεδὸν ὁ Ἐθνάρχης. Ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς πίνακες αὐτοὺς βρίσκεται στὴν Παλαιὰ Βουλή, ὅπως μὲ πληροφόρησε ὁ εγγονός του κ. Ἐλ. Περράκης.

Τὸ νῆμα τῆς ἐπίγειας παρουσίας του κόπηκε στὶς 14 Μαρτίου 1946.

* Κείμενο εἰσήγησης στὸ Συνέδριο ποὺ ὀργάνωσαν τὸ καλοκαίρι τοῦ 2006 γιὰ τὴν ἐπαρχία Σελίνου ὁ Δῆμος Ἀνατολικοῦ Σελίνου καὶ ἡ ΙΛΑΕΚ. Καὶ ἀπὸ τὴ θέση αὐτὴ εὐχαριστῶ τὸν κ. Ἐλευθέριο Περράκη, ἐγγονὸ τοῦ Στυλιανοῦ Περράκη, γιὰ τὸ ὑλικὸ καὶ τὶς πληροφορίες ποὺ ἔθεσε στὴ διάθεσή μου.