Γράφει η Αλεξάνδρα Κουρουτάκη, δρ, Ιστορικός της τέχνης, Μέλος Εργαστηριακού Διδακτικού Προσωπικού, Σχολής ΗΜΜΥ, Πολυτεχνείου Κρήτης.
Εισαγωγικά
Η σκηνή της Γέννησης του Χριστού και της προσκύνησης ποιμένων και Μάγων, όπως αποτυπώθηκε σε φορητές εικόνες και σε τοιχογραφίες σε ιστορικούς Ναούς των Χανιών, αποτελεί αφορμή για μια περιήγηση στην αυτόχθονη αγιογραφία. Ειδικότερα, παρουσιάζεται το στίγμα των δημιουργών μιας εμπνευσμένης θρησκευτικής ζωγραφικής στα Χανιά, κατά τον 20ο αιώνα, σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίοδο για την εξέλιξη της αγιογραφικής τέχνης. Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί στη διερεύνηση των προσανατολισμών των γηγενών αγιογράφων και στην ανάδειξη των δυτικών (νεωτερικών) και παραδοσιακών (βυζαντινών) στοιχείων στα έργα τους, τόσο σε επίπεδο εικονογραφίας όσο και τεχνοτροπίας.
Στο πλαίσιο αυτό, επιχειρείται αρχικά μια σύντομη ιστορική αναδρομή για την πρόσληψη των δυτικών προτύπων στην Ορθόδοξη αγιογραφία στην Κρήτη, με αναφορά στον εκ Κυδωνίας Χανίων καταγόμενο, μεταβυζαντινό αγιογράφο Θεόδωρο Πουλάκη, που θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους της Κρητικής Σχολής. Στη συνέχεια παρουσιάζεται η κίνηση των αισθητικών ιδεών στην αγιογραφία κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα και επισημαίνονται οι επιδράσεις της Ναζαρηνής – νεοαναγεννησιακής τέχνης και της τέχνης του Αγίου Όρους σε Χανιώτες αγιογράφους. Τέλος εξετάζεται η στροφή της αγιογραφίας προς τη Βυζαντινή παράδοση, μετά το 1950 και παρουσιάζονται τοιχογραφίες της Γέννησης του Χριστού σε Ναούς των Χανίων, φιλοτεχνημένες από μαθητές – συνεργάτες του Κόντογλου και συνεχιστές της παράδοσης της Κρητικής σχολής αγιογραφίας
1. Ιστορική αναδρομή: H πρόσληψη δυτικών εικονιστικών στοιχείων στην Ορθόδοξη θρησκευτική ζωγραφική στην Κρήτη
Η εισαγωγή δυτικών εικονιστικών προτύπων στην ορθόδοξη θρησκευτική ζωγραφική στην Κρήτη ήταν αποτέλεσμα των επιρροών που δέχθηκαν οι Κρήτες αγιογράφοι από τις εξελίξεις στην τέχνη στη δυτική Ευρώπη, κατά την περίοδο της Αναγέννησης. Στη βενετοκρατούμενη Κρήτη καταγράφεται σημαντική άνθηση στη ζωγραφική φορητών θρησκευτικών εικόνων[1]. Η τέχνη των γηγενών καλλιτεχνών μπολιάστηκε με στοιχεία της δυτικής ζωγραφικής ήδη από το δεύτερο μισό του 15ου αιώνα[2] και το γεγονός αυτό θα συνεχιστεί κατά τον 16ο αιώνα, με τους κορυφαίους αγιογράφους της Κρητικής σχολής, Θεοφάνη, Mιχαήλ Δαμασκηνό και Γεώργιο Kλόντζα. Η Κρητική σχολή αγιογραφίας θα αναπτύξει ένα ιδιαίτερο ύφος αγιογράφησης, επηρεασμένη τόσο από ανατολικές όσο και από δυτικές επιδράσεις, συνδυάζοντας τη βυζαντινή παράδοση με τον ρεαλισμό & το στοιχείο της “φυσικότητας”[3] που χαρακτηρίζει τη δυτική ζωγραφική.
Το άνοιγμα προς τα πρότυπα της Ιταλικής τέχνης γίνεται εντονότερο κατά τον 17ο αιώνα. Αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση του προοδευτικού μεταβυζαντινού αγιογράφου Θεόδωρου Πουλάκη (1622-1692) που αναφέρει την περιοχή της Κυδωνίας Χανίων ως τον τόπο καταγωγής του, στην εικόνα «Eπί Σοι χαίρει[4]». Πρόκειται για μια πολυσύνθετη, ενυπόγραφη φορητή εικόνα με επίκεντρο τη μορφή της Bρεφοκρατούσας Παναγίας και σκηνές από τα Πάθη του Χριστού και από την Παλαιά Διαθήκη, σε κυκλική διάταξη. Ύψιστο δείγμα μικρογραφικής τέχνης, η εικόνα περιλαμβάνει την σκηνή της Γέννησης του Χριστού. H σκηνή της Γέννησης περιλαμβάνεται και στην εικόνα «Eπί Σοι χαίρει και άλλες σκηνές» (1670-1690) που βρίσκεται στη Μονή του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στην Πάτμο. Ο Πουλάκης φαίνεται ότι διατηρεί τα βυζαντινά πρότυπα όμως η εικονογραφία του καταδεικνύει άφθονες δυτικές επιρροές. Ας τις ανιχνεύσουμε. Στοιχεία όπως οι εκφραστικές στάσεις και κινήσεις των μορφών, η ρεαλιστική επεξεργασία λεπτομερειών στις πτυχώσεις των υφασμάτων, η χρήση φωτεινών και λαμπερών χρωμάτων και η τάση για προοπτική απόδοση του χώρου μαρτυρούν επιδράσεις από τη δυτική τέχνη και συγκεκριμένα από το Μπαρόκ και το Νατουραλισμό των Φλαμανδών ζωγράφων[5].
Ο Πουλάκης δεν ενδιαφέρθηκε για την ελαιογραφία. Χρησιμοποιούσε την πατροπαράδοτη τεχνική της αυγοτέμπερας σε ξύλο. Συνέβαλε σημαντικά στην καθιέρωση της ευρωπαϊκής αισθητικής στην ορθόδοξη θρησκευτική ζωγραφική, τάση που κατοχυρώνεται στην Επτανησιακή Σχολή αγιογραφίας. Μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους το 1669, οι εικονογραφικοί τύποι της Κρητικής σχολής διασώθηκαν από Κρήτες αγιογράφους κάτω από δύσκολες συνθήκες.
2. Η επιρροή της Ναζαρηνής τεχνοτροπίας και της τέχνης του Αγίου Όρους σε ζωγράφους θρησκευτικών εικόνων στα Χανιά[6].
Η Ναζαρηνή τεχνοτροπία “επιβλήθηκε” στην Ελλάδα από την πολιτική ηγεσία του Όθωνα στο πλαίσιο της “εκκοσμίκευσης” της θρησκευτικής τέχνης και της γενικότερης προσπάθειας εξευρωπαϊσμού του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους. Η Ναζαρηνή θρησκευτική ζωγραφική επηρέασε και τους Κρήτες αγιογράφους[7]. Η συμπόρευση της αυτόχθονης αγιογραφίας με τη δυτικότροπη Ναζαρηνή τέχνη συντέλεσε στην περαιτέρω απομάκρυνση της από τα παραδοσιακά Βυζαντινά πρότυπα. Η στροφή προς τις νεοαναγεννησιακές αντιλήψεις ενισχύθηκε από τη μαθητεία πολλών γηγενών ζωγράφων – αγιογράφων στο Άγιο Όρος, κατά τις τρεις κυρίως πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Στην τέχνη του Αγίου Όρους, όπως επισημαίνεται από ιστορικούς και μελετητές, τόσο οι εικονογραφικοί τύποι όσο και η χρωματική κλίμακα είχαν επηρεαστεί από τη Ναζαρηνή ζωγραφική και τη δυτικότροπη ρωσική τέχνη[8]. Κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, πλούσιο αγιογραφικό έργο παρουσιάζουν δύο ευρέως γνωστοί Χανιώτες αγιογράφοι, ο Στυλιανός Περράκης και ο Γεώργιος Πολάκης. Επηρεάστηκαν από το δυτικότροπο αγιορείτικο ιδίωμα της εποχής τους και υιοθέτησαν στοιχεία από τη Ναζαρηνή τέχνοτροπία. Έργα τους κοσμούν πολλούς Ναούς της πόλης και του νομού Χανίων[9].
Στην εικόνα του Στυλιανού Περράκη, «Ρόδο το Αμάραντο» 1928, που κοσμεί τον Ι. Ναό του Αγίου Νικολάου, στην περιοχή Σπλάντζια Χανίων, απεικονίζεται η σκηνή της Γέννησης στην άνω δεξιά γωνία και κάτω από αυτή η προσκύνηση των Μάγων. Ο αγιογράφος ενσωματώνει δυτικά πρότυπα στην εικονογραφία και υιοθετεί μια περισσότερο φυσιοκρατική προσέγγιση. Στο μέσο της φορητής εικόνας παρίσταται ολόσωμη η Παναγία βρεφοκρατούσα να στεφανώνεται από αγγέλους. Γύρω από την κεντρική φιγούρα παρουσιάζονται σκηνές από το βίο της. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι η «Ναζαρηνίζουσα» ζωγραφική του Περράκη αφενός διατηρεί την ιεροπρέπεια της Βυζαντινής τέχνης, αφετέρου επιδιώκει την τεχνική τελειότητα, δίνοντας έμφαση σε στοιχεία όπως η χρωματική ποικιλία, η προοπτική και οι αρχές δομής που καθιέρωσε η Αναγέννηση. Και στην τεχνοτροπία του, ο Περράκης ακολουθεί το δυτικότροπο μονοπάτι των Ναζαρηνών, δουλεύοντας με λάδι, σε αντικατάσταση της αυγοτέμπερας.
Γνωστός αγιογράφος κατά το Μεσοπόλεμο, επηρεασμένος από τη δυτικότροπη αγιορείτικη τέχνη[10] ήταν ο Γεώργιος Πολάκης (1880-1951) με καταγωγή από το Κεφάλι των Εννιά Χωριών Κισάμου Χανίων. Σπούδασε στο Σχολείο των Τεχνών και μελέτησε την αγιορείτικη ζωγραφική της εποχής, στο Άγιο Όρος[11] (1900-1905). Καλλιέργησε στις αγιογραφίες του το Νεοαναγεννησιακό τύπο και κινήθηκε στο πλαίσιο του ακαδημαϊσμού. Στην εικόνα της Γέννησης του Χριστού που κοσμεί το τέμπλο του Ι.Ν. Αγίου Κωνσταντίνου, ο Πολάκης αντλεί τα εικονογραφικά του πρότυπα από τη Δύση. Η μορφή της Παναγίας παρουσιάζεται σε πρώτο πλάνο, γονατιστή να δέεται προς το Θείο βρέφος. Την Παναγία πλαισιώνουν ο Ιωσήφ που απεικονίζεται σκεπτικός, και τέσσερις άγγελοι, γονατιστοί σε στάση δεήσεως. Έξω από το σπήλαιο, ένας άγγελος ανακοινώνει το θαύμα στους ποιμένες. Ο Πολάκης πραγματεύεται τις μορφές του με αληθοφάνεια και ρεαλισμό. Η τεχνική αρτιότητα, το επιμελημένο σχέδιο και η χρήση φωτεινών και αρμονικά συνδυασμένων χρωμάτων χαρακτηρίζουν συνολικά το έργου του.
Η φορητή εικόνα που κοσμεί τον Ι. Ναό του Αγ. Δημητρίου, στον Πάνω Πλατανιά Χανίων, φιλοτεχνημένη από τον αγιογράφο Χ. Προγούλη, παρουσιάζει τη σκηνή της προσκύνησης των ποιμένων μέσα σε σπηλιά. Κεντρική μορφή, ο μικρός Ιησούς ντυμένος στα λευκά, απεικονίζεται καθισμένος σε μια φάτνη από άχυρα, φέροντας φωτοστέφανο στο κεφάλι. Το φασκιωμένο βρέφος παραπέμπει σε μορφές νεκρών, στα σάβανα, στο θάνατο και στην ταφή του Κυρίου για τη σωτηρία των ανθρώπων. Ο αγιογράφος υιοθετεί τη φυσιοκρατική προσέγγιση, αποδίδοντας νατουραλιστικά τις μορφές στο χώρο και χρησιμοποιώντας φωτεινά κι αρμονικά συνδυασμένα χρώματα.
3. Η μεταστροφή της Θρησκευτικής ζωγραφικής στις πηγές της Βυζαντινής παράδοσης.
Η στροφή από τις αντιλήψεις της νατουραλιστικής τέχνης προς τα βυζαντινά εικονιστικά πρότυπα επιτελείται στην Ελλάδα και στην Κρήτη από την δεκαετία του 1950 κι εξής, με την καταλυτική παρουσία, προς την κατεύθυνση αυτή, του Φώτη Κόντογλου[12]». Χάρη στον Κόντογλου καλλιεργήθηκε ένα κλίμα αναβίωσης της βυζαντινής αγιογραφίας. Η μεταστροφή αυτή συνοδεύτηκε κι από την επιστροφή στην τεχνική της αυγοτέμπερας που αντικατέστησε την τεχνική της ελαιογραφίας. Στην εκκλησιαστική του ζωγραφική, ο Κόντογλου συνέχισε τη μεταβυζαντινή παράδοση και δημιούργησε, με τους μαθητές του μεγάλο αριθμό εικόνων. Με κατανυκτικότατα εικονογραφεί ο Κόντογλου την σκηνή της Γέννηση του Χριστού[13]σε τοιχογραφίες που φιλοτέχνησε στην εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής, στο Λιόπεσι και στο παρεκκλήσιο της οικίας Πεσμαζόγλου στην Κηφισιά.
Ο Κόντογλου υπήρξε σημείο αναφοράς για τους νέους αγιογράφους της εποχής του που ακολούθησαν πιστά τα πρότυπα του δασκάλου τους. Ανάμεσά τους, ο Χανιώτης αγιογράφος Στυλιανός Καρτάκης (1912-1988) με καταγωγή από τα Πλακάλωνα Κισάμου, που ζωγράφιζε σε γνήσιο Βυζαντινό ύφος[14]. Το κύριο έργο του Καρτάκη ήταν οι βυζαντινές τοιχογραφίες που κοσμούν πολλές εκκλησίες στην Κρήτη αλλά και σε ολόκληρη την Ελλάδα. Στον Ναό του Αγίου Νεκταρίου Χανίων βρίσκουμε μια δική του τοιχογραφία με τη σκηνή της Γέννησης του Χριστού όπου ο Καρτάκης ακολουθεί τον εικονογραφικό τύπο της βυζαντινής παράδοσης.
Στη μέση της σύνθεσης βρίσκεται τριγωνικό σπήλαιο σκεπασμένο με “κρουστάλινα βράχια”. Στο μαύρο άνοιγμά του που συμβολίζει τη σκοτεινιά του προχριστιανικού κόσμου, τοποθετείται η φάτνη με το φασκιωμένο βρέφος. Ο νεογέννητος Χριστός λάμπει τυλιγμένος μέσα στα λευκά σπάργανά του. Από πάνω του, ένα βόδι κι ένα άλογο τον ζεσταίνουν με το χνώτο τους. Η Παναγία είναι μισοξαπλωμένη σ’ ένα στρωσίδι, δίπλα στο Θείο Βρέφος. Στο πάνω μέρος του σπηλαίου ένας χορός Αγγέλων δοξολογεί τον ερχομό του Μεσσία ενώ στ’ αριστερά, ένας άλλος άγγελος μεταφέρει στους ποιμένες το χαρμόσυνο μήνυμα. Στο κάτω μέρος τοποθετείται ο Ιωσήφ βυθισμένος στις σκέψεις του, να συνομιλεί με έναν ηλικιωμένο βοσκό. Δύο θεραπαινίδες ετοιμάζονται να κολυμπήσουν το μικρό Χριστό μέσα σε μια κολυμπήθρα με νερό. Στα αριστερά της σύνθεσης, μέσα στα βουνά, διακρίνονται οι τρεις μάγοι πάνω στ’ άλογα που έρχονται να προσκυνήσουν. Η τέχνη του Καρτάκη χαρακτηρίζεται από το επιμελημένο σχέδιο, τις χρωματικές αρμονίες και τις επιμελημένες αντιθέσεις ζεστών και ψυχρών τόνων.
Συνεργάτης του Κόντογλου ήταν και ο ζωγράφος κι αγιογράφος Γεώργιος Κουνάλης, με καταγωγή από τη Νεάπολη Λασιθίου. Γεννήθηκε το 1935, έζησε κι εργάστηκε στα Χανιά. Αγιογραφούσε σε βυζαντινό ύφος. Σπούδασε στην Α.Σ.Κ.Τ. Αθηνών και στο εργαστήριο της Νωπογραφίας και φορητής εικόνας. Μελέτησε τη Βυζαντινή Αγιογραφία στο Μιστρά και στο Άγιο Όρος. Καθοριστική ήταν η εμπειρία που απέκτησε δουλεύοντας ως συνεργάτης τού Φώτη Κόντογλου (1963-1964).
Οι επιρροές που δέχθηκε ο Κουνάλης από τον Κόντογλου είναι εμφανείς στο ζωγραφικό πλάσιμο των μορφών. Τεχνοτροπικά, ο Κουνάλης πλάθει τις μορφές του με σκούρους προπλασμούς, ενώ με λευκές ψιμμιθιές φωτίζει μέρη του προσώπου. Στη φωτομορφοποιητική βυζαντινή τεχνοτροπία, οι αλλεπάλληλες στρώσεις ανοίγουν σταδιακά σε ανοικτότερους τόνους, με την προσθήκη άσπρου χρώματος. Τα ιμάτια παρουσιάζονται σχηματοποιημένα, πλάθονται με διαβαθμίσεις των τόνων του ίδιου χρώματος. Ελαφρά τονίζονται οι πτυχώσεις τους. Τα μικρά παιδιά που μετα μουσικής υποδέχονται τον νεογέννητο Μεσσία είναι ένα νεωτερικό στοιχείο στην εικονογραφία του Γ. Κουνάλη.
Η περιήγηση στην αυτόχθονη αγιογραφία τελειώνει με μια σύντομη αναφορά στο σύγχρονο ζωγράφο – αγιογράφο Νίκο Γιαννακάκη, με καταγωγή από την Καλυβιανή Γραμβούσας, Κισάμου. Ο Γιαννακάκης υπήρξε μαθητής του Kαρτάκη με τον οποίον άλλωστε συνεργάστηκε για την αγιογράφηση του Ι.Ν. του Αγ. Μηνά, στο Ηράκλειο (1968). Σπούδασε ζωγραφική και βυζαντινή αγιογραφία στην Α.Σ.Κ.Τ. καθώς και ψηφιδωτό στη Φλωρεντία. Στις αγιογραφίες του συνταιριάζει αρμονικά τα χαρακτηριστικά της Κρητικής σχολής και της παραδοσιακής Βυζαντινής τέχνης.
Θα πρέπει όμως να επισημανθεί πως ο Γιαννακάκης διατηρεί μια δημιουργική σχέση με τη Βυζαντινή παράδοση και αποφεύγει τη φωτοτυπική αναπαραγωγή της. Όπως βλέπουμε σε τοιχογραφίες που απεικονίζουν τη σκηνή της Γέννησης του Χριστού, η ιδιαιτερότητα στο ύφος της αγιογραφικής του τέχνης οφείλεται κυρίως στην έντονη εκφραστικότητα του βλέμματος και των κινήσεων των ιερών μορφών. Επίσης, ο Γιαννακάκης χρησιμοποιεί το χρώμα ως βασικό εκφραστικό μέσο που μεταφέρει έντονο συναισθηματικό φορτίο[16], δημιουργώντας μια εκκλησιαστική τέχνη που ανοίγει δρόμους ανανέωσης. Έχει ιστορήσει πολλούς ναούς στην Ελλάδα καθώς και Καθολικούς ναούς στην Ιταλία και στη Γαλλία. Έχει τιμηθεί σε τοπικό και σε διεθνές επίπεδο. Τοιχογραφίες του συναντάμε σε πολλούς Ναούς της πόλης και του νομού Χανίων.
Συμπερασματικά
Στόχος της μελέτης ήταν η επισκόπηση του αισθητικού χαρακτήρα της θρησκευτικής ζωγραφικής στα Χανιά μέσα από μια περιήγηση στις απεικονίσεις της Γέννησης. Συμπερασματικά, διαπιστώνουμε πως η αυτόχθονη θρησκευτική τέχνη αποτελεί ένα ζωντανό μέσο έκφρασης της εκκλησιαστικής εμπειρίας, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται και να διαμορφώνεται κάτω από την επίδραση του ευρύτερου ιστορικού πλαισίου και των εν γένει εξελίξεων στο χώρο της τέχνης.
Επισημαίνεται λοιπόν η παρακάτω πορεία: Η προοδευτική πρόσληψη δυτικών στοιχείων στην Ορθόδοξη εικονογραφία ξεκίνησε από τα μισά του 15ου αιώνα με την Κρητική σχολή αγιογραφίας. Η ενσωμάτωση νατουραλιστικών στοιχείων στη θρησκευτική ζωγραφική συνεχίστηκε με τη Ναζαρηνή τεχνοτροπία που επικράτησε στην Κρήτη και στα Χανιά και αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό και δημιουργικό κομμάτι της αυτόχθονης εκκλησιαστικής τέχνης. Χάρη στην τεχνική αρτιότητα και στο ιδεαλιστικό της ύφος, έγινε ιδιαιτέρως αγαπητή στο λαό. Στη δεκαετία του 1930, ο Κόντογλου ξεκίνησε έναν σκληρό αγώνα για την επαναφορά της θρησκευτικής τέχνης στις πηγές της Βυζαντινής παράδοσης καθώς η βυζαντινή τέχνη θεωρήθηκε η μόνη ικανή να εκφράσει την Ορθόδοξη θεολογία και το δόγμα. Στο δρόμο του Κόντογλου εξακολουθούν να βαδίζουν νεότεροι Χανιώτες αγιογράφοι σε μια προσπάθεια συνέχισης αλλά και ανανέωσης της μεταβυζαντινής παράδοσης.
Εν κατακλείδι, οι απεικονίσεις της Γέννησης που παρουσιάστηκαν στην παρούσα μελέτη μαρτυρούν την υψηλή αισθητική αντίληψη των γηγενών αγιογράφων και σηματοδοτούν με εύγλωττο τρόπο την πορεία της Ορθόδοξης ζωγραφικής στα Χανιά. Πρόκειται για εκκλησιαστικά έργα ζωγραφικής τέχνης, φορητές εικόνες και τοιχογραφίες που επιτρέπουν στους πιστούς να αντιληφθούν και να «αισθανθούν» τη θρησκευτική τέχνη τόσο λατρευτικά όσο κι αισθητικά.
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στα γαλλικά και στα αγγλικά από κρατικές ψηφιακές πλατφόρμες (περιοδικά) της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, του Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, το 2019.
Βλ. Kouroutaki Alexandra, “Noël en Iconographie Orthodoxe: Entre Byzance et l’Occident. Représentations de la Nativité dans la Peinture Religieuse Orthodoxe de la Préfecture de la Canée (Crète) au XXe siècle”, article sur GRECEHEBDO, ψηφιακές εκδόσεις της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, le 23 décembre 2019. https://grecehebdo.gr/index.php/actualites/culture/2664-alexandra-kouroutaki,-historienne-d-art,-sur-les-repr%C3%A9sentations-de-la-nativit%C3%A9-dans-le-domaine-de-la-peinture-religieuse-orthodoxe-%C3%A0-la-can%C3%A9e-cr%C3%A8te-au-xxe-si%C3%A8cle
Βλ. Kouroutaki Alexandra, “Nativity in 20th-century hagiography in Chania”, άρθρο στο Greek News Agenda, ψηφιακό περιοδικό της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, December 24, 2019 http://www.greeknewsagenda.gr/index.php/topics/culture-society/7120-kouroutaki-2019
Βιβλιογραφία
[1]Παλιούρας, Αθανάσιος. «Η ζωγραφική εις τον Χάνδακα από το 1550-1600». Θησαυρίσματα, Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών σπουδών, τόμος 10ος, 1973, σελ. 101 -123.
[2]Για την εισαγωγή δυτικών εικονιστικών προτύπων στην ορθόδοξη θρησκευτική ζωγραφική στην Βενετοκρατούμενη Κρήτη, ήδη από το δεύτερο μισό του 15ου αιώνα, βλ. ενδεικτικά τη φορητή εικόνα Παναγία του πάθους, (άγνωστου αγιογράφου), στον Kαθεδρικό Ναό Ρεθύμνου.
[3]Αλεβιζου, Ντενίζ-Χλόη. Η Κρήτη των καλλιτεχνών. 19ος 20ος αιώνας. Αγιογραφία – Ζωγραφική – Γλυπτική, εκδ. Δοκιμάκης, Ηράκλειο, 2010, σελ. 20. «Οι περίφημοι Κρήτες ζωγράφοι φιλοτεχνούσαν εικόνες, από τον 16ο αιώνα, “εις το naturale”. “Ο προσδιορισμός σημαίνει τη μίμηση της φύσης ή και την τεχνική της ελαιογραφία».
[4]Στην εικόνα του Θ. Πουλάκη “Επί σοι Χαίρει” (1670-1690, Μουσείο Μπενάκη) αναγράφεται ο τόπος καταγωγής του αγιογράφου: «Κόπος και σπουδή Θεοδώρου Πουλάκη, εκ Κυδωνίας της περιφήμου νήσου Κρήτης».
[5]Βλ. Λυδάκης Στ. Λεξικό των Ελλήνων ζωγράφων και χαρακτών, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα 1976, σελ. 362.
[6] Χανιώτες αγιογράφοι που επηρεάστηκαν από τη δυτικότροπη τέχνη των Ναζαρηνών ήταν μεταξύ άλλων ο Ξενοφών Παπαγγελάκης, o Μιχαήλ Παπαδάκης, ο Μανώλης Θεοδωσάκης, o Νικόλαος Βλαχάκης, ο Στυλιανός Περράκης και ο Γεώργιος Πολάκης. Στο αγιογραφικό τους έργο υιοθέτησαν την ακαδημαϊκή προσέγγιση, στο πλαίσιο της λεγόμενης «βελτίωσης και διόρθωσης» της βυζαντινής τέχνης.
[7] Για την επιρροή της Ναζαρηνής τεχνοτροπίας και της τέχνης του Αγίου Όρους στη θρησκευτική τέχνη στην Κρήτη, βλ. Αλεβίζου Ντενίζ-Χλόη (2010: 210).
[8]Γεωργιάδου Κουντουρά, Ε. «Θρησκευτικά θέματα στη νεοελληνική ζωγραφική, 1900-1940», διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη, 1984, σελ. 24. Βλ. επίσης Αλεβίζου Ντενίζ-Χλόη, (2010: 60).
[9]Βιογραφικά κι άλλα στοιχεία για τον αγιογράφο Σ. Περράκη, βλ. Αλεβίζου (2010: 213).
[10]Βιογραφικά κι άλλα στοιχεία για τον αγιογράφο Γ. Πολάκη, βλ. Αλεβίζου (2010:187).
[11] Βλ. Λυδάκης (1976: 358).
[12]Βλ. Λυδάκης (1976: 187).
[13] Για την κωδικοποίηση των στοιχείων της Βυζαντινής Αγιογραφίας και ειδικότερα για την τεχνική των προπλασμών, βλ. Κόντογλου Φώτης, Έκφρασις της Ορθοδόξου Εικονογραφίας, τ. Α, εκδ. Παπαδημητρίου, 2000, σελ. 47.
[14]Βιογραφικά κι άλλα στοιχεία για τον αγιογράφο Καρτάκη, βλ. Λυδάκης (1976:167) και Αλεβίζου (2010: 265 – 268).
[15]Γιαννακάκης, Νίκος. Εις Δόξα Θεού. Νεοβυζαντινή και Κρητική ιστόρηση, Νομαρχιακή αυτοδιοίκηση Χανίων, Χανιά, 2005, σελ 50.
[16]Φίλης, Γιάννης. Νίκος Γιαννακάκης: Είμαι ένας αγιογράφος, Περιφερειακή Ενότητα Χανίων, Χανιά, 2015, σελ. 47.