Μενού Κλείσιμο

Video καλωσόρισμα στην ψηφιακή έκθεση της Ελένης Μανωλαράκη: “Όπως στη ζωή έτσι και στην τέχνη” και Τεχνοκριτικό κείμενο

Εγκαίνια έκθεσης: Πέμπτη 4-2-2021, στις 17.30
http://elenimanolarakiartworks.com/

Καλωσόρισμα – Video

Ελένη Μανωλαράκη: έργα διαδρομής elenimanolarakiartworks.com

Τεχνοκριτικό κείμενο

Δρ. Αλεξάνδρα Κουρουτάκη, ιστορικός της τέχνης, Εργαστηριακό Διδακτικό Προσωπικό, Σχολή ΑΡΜΗΧ Πολυτεχνείο Κρήτης.

Η νέα έκθεση της Ελένης Μανωλαράκη με τίτλο “Όπως στη ζωή έτσι και στην τέχνη”  διαρθρώνεται σε τρεις θεματικές ενότητες. Περιλαμβάνει τοπιογραφίες με ακουαρέλες και τέμπερες, μια εικαστική Εγκατάσταση/Installation στο χώρο του εργαστηρίου της που λειτουργεί ως πλαίσιο δράσης για την ίδια την εικαστικό, και σχέδια με μολύβι, σινική μελάνη και στυλό.

Ενότητα: “Από τα βουνά στο Βουνό”

Μέσα από τη νέα της έκθεση, η Μανωλαράκη διηγείται τη δική της βαθιά, ειλικρινή και ουσιαστική σχέση με τη φύση. Στις τοπιογραφίες της συγκαταλέγονται 11 παλαιότερα ζωγραφικά έργα και 42 νέα, που η θεματολογία τους εστιάζει στα βουνά. Η Μανωλαράκη εμπνέεται από τη φύση. Από εκεί αντλεί στοιχεία και δημιουργεί έναν προσωπικό κώδικα, μια οπτική γλώσσα με πολλούς πειραματισμούς γραφής και ποικίλες ζωγραφικές θεωρήσεις στην απεικόνιση του τοπίου.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξέλιξη στη θεώρηση του βουνού και η μετάβαση από το στάδιο της παρατήρησης, στο στάδιο της φαντασίας και της “μυθοποίησης”, έως την αυτονόμηση του βουνού από απεικονιστικές συμβάσεις και την αναγωγή του σε αφαιρετικό, γεωμετρικό σχήμα και εν τέλει σε σύμβολο. Συχνά η Μανωλαράκη κάνει χρήση συμβόλων, εισάγοντας στις συνθέσεις  αποτυπώματα (από παλάμες και πέλματα) που σημειωτικά παραπέμπουν ενίοτε σε φτερά και ενίοτε στα ίχνη που αφήνει ο καλλιτέχνης στην τέχνη, τη φύση, και τη ζωή. Συνηθίζει επίσης να χρησιμοποιεί λέξεις ή φράσεις, είτε δικές της, είτε στίχους ποιητών. Κάποιες φορές, ένα μεγάλο μέρος των έργων της αποτελείται από λόγο (κείμενο), λαμβάνοντας σαφές εννοιολογικό προσανατολισμό.

Η Μανωλαράκη είναι μια ταλαντούχα κολορίστας, δημιουργός μιας ποιητικής ζωγραφικής. Σε αυτό συμβάλλουν τα αντιρρεαλιστικά χρώματα με τα οποία ντύνει τις φόρμες των βουνών. Συχνά, οι αντιθέσεις μεταξύ θερμών-ψυχρών τόνων και συμπληρωματικών χρωμάτων θυμίζουν τα “χρωματιστά όνειρα” του Chagall[1], αν και στην περίπτωση της Μανωλαράκη, τα χρώματα και η ζωγραφική χειρονομία αποτελούν εκφραστικά μέσα που συνειδητά και σκόπιμα επιλέγονται και χρησιμοποιούνται. Οι τοπιογραφίες της αναδεικνύουν τον ρόλο του εικαστικού δημιουργού ως ποιητή νέων κόσμων, στο μεταίχμιο μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, ενώ παράλληλα σηματοδοτούν την πνευματική επαφή και ενεργειακή σύνδεση του ποιητή-καλλιτέχνη με το σύμπαν[2].

Ενότητα: “Τα υπέροχα χέρια μας τι πράττουν ;”

Η Μανωλαράκη οργανώνει μια εικαστική Εγκατάσταση[3] ως πλαίσιο δράσης στην  οποία συμμετέχει η ίδια η καλλιτέχνιδα και δυνητικά οι θεατές, με βάση το αισθητικό αίτημα για ταύτιση της ζωή με την τέχνη και με απώτερο στόχο να προκαλέσει άμεσες και έντονες εντυπώσεις στο κοινό. Η εγκατάσταση αποτελείται από φωτογραφίες, ζωγραφικά έργα και σχέδια σε χαρτί (νεκρές φύσεις, εξπρεσιονίζουσες αυτοπροσωπογραφίες και συμβολικές συνθέσεις) που η εικαστικός τοποθετεί και αναδιατάσσει στον τοίχο του εργαστηρίου της, προσδίδοντας κάθε φορά διαφορετικό νόημα. Πρόκειται για ένα νοητικό και φιλοσοφικό “παιχνίδι”, με έντονο το στοιχείο του πειραματισμού και του αυτοσχεδιασμού, που λειτουργεί παράλληλα και ως Επεισόδιο ανοικτής έκβασης[4] (χάπενινγκ), καθώς επιζητείται η εμπλοκή, εκούσια ή ακούσια του θεατή πάνω στην ιδέα του καλλιτέχνη.  

Η Μανωλαράκη συνηθίζει να αποτυπώνει χειρονομίες, ζωγραφίζοντας με τα χέρια της φόρμες και χρώματα που παραπέμπουν σε φυτά και άνθη, σαν να επιθυμεί να κρατήσει τρυφερά την ίδια τη φύση και τα βιώματά της από την αγροτική ζωή στο χωριό, να επικαλεστεί το δεσμό της με το χώμα και τη γη της πατρίδας της. Η εγκατάσταση αποτελεί ένα manifesto, μια δήλωση υπεράσπισης της ζωής στη φύση. Η οικολογία της ριζώνει σε ένα πολιτικό υπόβαθρο για να μιλήσει πειστικά για την ανάγκη επανασύνδεσης  με τη φύση. Τα σύμβολα και οι σημασιολογικοί κώδικες που χρησιμοποιεί, καθιστούν το έργο της τόσο ελεγειακά ποιητικό όσο και πολιτικά επίκαιρο.

Ενότητα: Σχέδια

Η ενότητα αποτελείται από 70 παλιά και νέα σχέδια με μολύβι, σινική μελάνη και στυλό. Η Mανωλαράκη σχεδιάζει εξπρεσιονιστικά τη μορφή της (ως υποκείμενο και αντικείμενο της τέχνης της) με δυνατή έκφραση, όχι όμως μέσα από μια ναρκισσιστική διάθεση, αλλά ως υπαρξιακή ανάγκη για ενδοσκόπηση και ψυχική ανασκαφή. Ίσως για να επιβεβαιώσει τα λόγια του Σάρτρ, “Μέσα από το βλέμμα του άλλου ιχνογραφείται η γυμνότητα μου[5]”.

Σε κάποια σχέδια, η Μανωλαράκη συνδυάζει το οικείο με το ανοίκειο,  εμπλέκοντας τον θεατή σε μια διαδικασία υπαρξιακών ερωτημάτων και εν τέλει τον προτρέπει να στρέψει το βλέμμα εντός του. Η ποιητική της αρύεται τα υλικά της καθημερινότητας (φτωχά υλικά, χώμα, φύλλα, ξύλα, καρπούς, αντικείμενα, ζώα, πτηνά, κλπ) με πρόδηλη αναφορά σε  οντολογικά ζητήματα, σε σχέση με το τι είναι τέχνη και ζωή. Στην εικαστική της δημιουργία, η τέχνη παίζει το ρόλο της ζωής και η ζωή “ζωγραφίζει” μέσα από τη θεματολογία της φύσης και τη δυναμική των πορτρέτων της.

Εν κατακλείδι, η ζωγραφική της Μανωλαράκη είναι κατά βάση ποιητική. Η φύση δημιουργεί εικόνες που είναι ευκρινώς παρούσες και χαραγμένες στον κορμό της ποιητικής της. Ο εικονογραφικός της κόσμος εστιάζει στη θετική, φωτεινή εκδοχή της φύσης και χαρακτηρίζεται από λυρικό χρωματικό οίστρο. Τα έργα της αποκτούν μια “τοπιογραφική σημειολογία”, εξαιρετικά δραστική τόσο σε συναισθηματικό όσο και σε νοητικό επίπεδο. Πρόκειται για μια ευαίσθητη, διανοούμενη-στοχαστική δημιουργό που “ανοίγει λογαριασμούς με την ύπαρξη[6]”. Ένα κομμάτι της ψυχής της θα βρίσκεται πάντα στα βουνά των Λευκών Ορέων, εκεί που εισπνέει “μυρωδιές από φλισκούνι και άστρα” και στον κήπο της, στο πατρικό της (στα Μεσκλά Κυδωνίας) που ζωγραφίζει με την ειλικρίνεια ενός παιδιού και την ευαισθησία ενός ποιητή.


[1] Για τα “χρωματιστά όνειρα” του Chagall, βλ. Fondation Pierre Gianadda. (2007). Chagall, entre ciel et terre. Martigny: Fondation Pierre Gianadda, p. 39, p. 47. Βλ. Walther, I. et Metzger, R. (2003). Marc Chagall Le peintre-poète. Taschen – Köln.

[2]Για το βουνό ως σύμβολο πνευματικής επαφής με το άπειρο, βλ. Saraydarian Torkom, Torkom Saraydarian – Autobiography, TSG Publishing Foundation, Inc., 2012 (ebook).

[3]Για τις εικαστικές Εγκαταστάσεις, Δράσεις και Επεισόδια ως μορφές τέχνης οργάνωσης και παρέμβασης στο χώρο, βλ. Χαραλαμπίδης Άλκης, Η τέχνη του 20ου αιώνα, τόμος ΙΙΙ, Η μεταπολεμική περίοδος, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1995. Βλ. Δασκαλοθανάσης Νίκος, Κωτίδης Αντώνης, Ελληνικές εικαστικές τέχνες, ΕΑΠ, Πάτρα, 2020, σσ. 122-128.

[4]Δασκαλοθανάσης Νίκος, Κωτίδης Αντώνης, Ελληνικές εικαστικές τέχνες, ό.π. σελ. 124.

[5]Για το “βλέμμα του άλλου” στη φιλοσοφία του Sartre, βλ. Audet-Cayer Philippe, Le statut de la liberté dans l’existentialisme, par-delà la théorie critique, Mémoire, Faculté des Arts et Sciences,  Département de philosophie, Université de Montréal, 28 août 2012, p. 19. “Nous sommes à la merci du regard de l’autre. Le regard de l’autre me fait exister en tant que moi”. cf. Sartre Jean-Paul, L’Être et le Néant : essai d’ontologie phénoménologique, Gallimard, 2004.

[6].Βλ. Καρούζος Νίκος, από συνέντευξη. Δακτυλογραφημένη ενυπόγραφη απάντηση στην ερώτηση του Δ. Καλοκύρη: «Γιατί γράφετε;», που μεταφράστηκε στα γαλλικά από τον Δ.Τ. Άναλι και δημοσιεύθηκε στο ειδικό αφιέρωμα στον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό του γαλλικού περιοδικού Les Nouvelles Littéraires, éd. Larousse,τχ. 2699, 9-23 Αυγούστου 1979. “Ο αληθινός ποιητής ανοίγει λογαριασμούς με την ύπαρξη –εγώ έτσι πιστεύω– και το όραμά του, χιμαιρικό αν θέλετε, είναι να σπάσει τον κλοιό της πραγματικότητας”.